.
αντενδεικνύομαι, δεν + είμαι κατάλληλος / ενδείκνυμαι / ενδεικνύομαι / έχω θέση (εν προκειμένω), είμαι προς αποφυγήν, θεωρούμαι ακατάλληλος
.
15/1/10
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Ελληνόγλωσσο Διαδικτυακό Λεξικό Συνωνύμων (υπό συνεχή κατασκευή)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου