8/5/09

εκβακχεύομαι

.
αναισχυντώ, αποβάλλω πάσαν αιδώ, αποθρασύνομαι, γίνομαι + αλοιφή / αναιδής /αναίσχυντος / θρασύς / λιάρδα / λιώμα / μανιακός / ντέφι / πίτα / σκνίπα / σταφίδα / στουπί / τύφλα, εκτροχιάζομαι, ενθουσιάζομαι, θύω εις τον Βάκχον, κατακυριεύομαι από μέθη, μαίνομαι, μεθάω / μεθώ + μέχρις αναισθησίας, με κατακυριεύει + μέθη / το αλκοόλ / το π(ι)οτό, ξεσκίζομαι + στο αλκοόλ / στο π(ι)οτό, ξεφεύγω, παραπίνω, παρεκτρέπομαι, περιέρχομαι σε κατάσταση απόλυτης μέθης, το χάνω, τρελ(λ)αίνομαι, φτάνω σε βακχική έκσταση
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: