29/10/09

συνεχής

.
αδιαίρετος, αδιάκοπ(τ)ος, αδιάλειπτος, αδιάσπαστος, αείροος, αειφόρος, αέναος, άκαμπτος, ακατάπαυστος, ακούραστος, αλλεπάλληλος, ανεμπόδιστος, ανένδοτος, ανενόχλητος, ανεξάντλητος, άνευ διακοπής / διακοπών, ανηλεής, απανωτός, άπαυστος, άσβεστος, ασταμάτητος, ατέλειωτος / ατελείωτος, ατέρμονας, (μακράς) διάρκειας / διαρκείας, διαρκής, διηνεκής, εκτεταμένος, έμμονος, ενιαίος, εξακολουθητικός, επαναλαμβανόμενος, επανειλλημένος, επικοινωνών, επίμονος, κολλητός, κυλά(ει), μόνιμος, μονοκόμματος, ολοπαγής, παντοτινός, παρατατικός, παρατεταμένος, πυκνός, ρέει, σταθερός, συμπαγής, συναπτός, συνδεδεμένος, συνεχικός, συνεχ(ιζ)όμενος, σύνοχος (πυρετός), συχνός, τακτικός, χρόνιος
.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ευχαριστώ πολύ. Η δημοσίευση σας με βοηθήσε πολύ