29/11/10

πυκνός

.
αδιαπέραστος, αδιαχώρητος, αδρός, αθρόος, αλλεπάλληλος, αμφιλαφής, ανελλιπής, απανωτός, απειλητικός, άφθονος, γεμάτος, δασερός, δασός, δασύς, δασύτριχος, δασύφυλλος, δρογγάτος, δρογγεμένος, δυνατός, έντονος, κρουστός, κρουστόφαντος, μπόλικος, παχύρρευστος, παχύς, περιεκτικός, περισσός, πηχτός, πήχτρα, πλούσιος, πολύς, πυκνογραμμένος, πυκνόρρευστος, πυκνοϋφασμένος, πυκνωμένος, στοιβαχτός, στριμωχτός / στρυμωχτός, συμπαγής, συμπεπιεσμένος, συμπυκνωμένος, σύμπηκτος, συνεπτυγμένος, συνεχής, συνοπτικός, συχνός, σφικτός, σφιχτοδεμένος, σφιχτός, τακτικός, φουντωμένος, φουντωτός
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: