15/10/10

αποφασιστικά

.
αδίστακτα / αδίσταχτα / αδιστάκτως, ανενδοίαστα / ανενδοιάστως, άνευ + δισταγμού / ενδοιασμού, αποφασιστικώς, δυνατά, θαρραλέα, καταλυτικά, κρίσιμα, οριστικά, με + αποφασιστικότητα / θάρρος / σθένος / τόλμη [κ.λπ.], μοιραία, ριψοκίνδυνα, σθεναρά, σύντονα, τελειωτικά, τελεσίδικα, τελικά, τολμηρά, χωρίς + δισταγμό / δισταγμούς / ενδοιασμό / ενδοιασμούς
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: