19/1/10

προοδεύω

.
ακμάζω, αναπτύσσομαι, ανεβαίνω, βελτιούμαι / βελτιώνομαι, γίνομαι + ικανότερος (-η/-ο) / καλλίτερος (-η/-ο) / καλύτερος (-η/-ο) [κ.λπ.], διακρίνομαι, είμαι σε καλό δρόμο, εξελίσσομαι, έχω εξέλιξη, καλλιτερεύω / καλυτερεύω, κάνω πρόοδο, κερδίζω έδαφος, πάω / πηγαίνω + μπρος / μπροστά, προάγομαι, προβιβάζομαι, προκόβω, προκόπτω, προχωράω / προχωρώ, προωθούμαι,  σημειώνω + ανάπτυξη / βελτίωση / πρόοδο
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: