10/2/10

εφευρίσκω

.
ανακαλύπτω, βγάζω, βρίσκω, γεννά / γεννάει + ο νους μου / το μυαλό μου [κ.λπ.], γεννάω / γεννώ + με το μυαλό μου / με τον νου μου, δημιουργώ, είμαι + γόνιμος σε ιδέες / επινοητικός / εφευρετικός [κ.ά], εξευρίσκω, επινοώ, επωάζω, ευρίσκω, έχω θηλυκό μυαλό,  κάνω εφεύρεση, κατασκευάζω, κατεβάζει + ο νους μου / το μυαλό μου [κ.λπ.], κατεβάζω (ιδέες), μεθοδεύομαι, μηχανεύομαι, μηχανώμαι, ποιώ, σκαρφίζομαι, σκαρώνω, σοφίζομαι, συλλαμβάνω, τεχνάζομαι, τεχνεύομαι, τίκτω, φαμπρικάρω, φαντάζομαι
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: