6/5/10

αμαυρώνω

.
αφαιρώ + τη λάμψη / την αίγλη, βλάπτω (+ τη φήμη / το καλό όνομα), γίνομαι + μαύρος / σκοτεινός, εξευτελίζω, επισκιάζω, καθιστώ + μαύρο / σκοτεινό, κάνω + μαύρο / να μαυρίσει / να σκοτεινιάσει / σκοτεινό, καταστρέφω (+ τη φήμη / το καλό όνομα), κηλιδώνω, μαυρίζω, μειώνω (+ τη λάμψη / την υπόληψη), ξευτιλίζω / ξεφτιλίζω, σκοτεινιάζω, σπιλώνω, συσκοτίζω, ταπεινώνω
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: