1/5/10

παρακολούθηση

.
ακολούθηση + από κοντά / κατά βήμα / κατά πόδας, ακροάση, έλεγχος + ενεργειών / κινήσεων [κ.λπ.], επίβλεψη, επιστασία, επιτήρηση, εποπτεία, επόπτευση, εστίαση προσοχής, θέαση, κατασκοπεία / κατασκοπία, κατασκόπευση, κατόπτευση, κηδεμονία, κρυφαγροίκημα, κρυφάκουση, (στενό) μαρκάρισμα, παράσταση, παραφύλαξη, παρουσία, προσεκτική παρατήρηση, συμμετοχή, συνεχής ενημέρωση, ωτακουστία
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: