6/5/09

χάνομαι

.
αγκομαχώ, ανοίγει η γη και με καταπίνει, απαλείφομαι, απέρχομαι, αποβιώ, αποβιώνω, απογί(γ)νομαι, αποδημώ εις Κύριον, αποθαίνω, αποθνήσκω, αποκοιμιέμαι (-άμαι, -ούμαι, -ώμαι), απόλλυμαι, αποπροσανατολίζομαι, αποτελειώνω, αποχαιρετώ + τη ζωή / τον κόσμο, αρατίζομαι, αστοχώ, αφανίζομαι, αφήνω + τη ζωή / τον κόσμο, αφίπταμαι, βγαίνω νοκ άουτ, βλέπω + αστεράκια / τον άγγελό μου, βυθίζομαι στην ανυπαρξία, γίνομαι + άρατος / άφαντος / αχνός / καπνός, δεν + γλυτώνω / την παλεύω, διαλύομαι, δύω, εγκαταλείπω + τη ζωή / τον κόσμο, είμαι ενόψει του (μοιραίου) τέλους, εκδημώ (εις Κύριον), εκλείπω, εκμηδενίζομαι, εκπνέω, εξαλείφομαι, εξανεμίζομαι, εξαντλιέμαι (-ούμαι, -ώμαι), εξασθενώ, εξατμίζομαι, εξαφανίζομαι, επίκειται + το μοιραίο / το τέλος μου, έρχεται + το μοιραίο / το τέλος μου, έφτασε / φτάνει + η στερνή μου ώρα, ζημιώνομαι, θνήσκω, κάνω φτερά, κατακουράζομαι, καταρρέω, καταστρέφομαι, κατεξαντλιέμαι (-ούμαι, -ώμαι), κλεί(ν)ω τα μάτια, κόβεται / κόβω + το νήμα της ζωής μου, λιμοκτονώ, λιώνω, μεθάω / μεθώ, μεθίσταμαι εις τας αιωνίους μονάς, μειώνομαι ηθικά, με παίρνει ο Χάρος, μεταναστεύω στον άλλον κόσμο, μπερδεύομαι, μυρίζει λιβάνι, ξεπέφτω, ξεχνιέμαι, ξεψυχώ, παθαίνω καταστροφή, παλεύω με το Χάρο, παραδίδω / παραδίνω + το πνεύμα / την υστάτη(ν) πνοή(ν) / την ψυχή, παραπέφτω, παραπίπτω, παύω να υπάρχω, πάω (περίπατο / χαμένος), πεθαίνω, πετάω / πετώ, πλησιάζει το τέλος μου, πνέω τα λοίσθια, ποθαίνω, σβέννυμαι, σβήνει η φλόγα της ζωής μου, σβήνω, σκαπετίζω, σκαπετώ, συσκοτίζεται η κρίση μου, σφαδάζω, σώνομαι, τα κακ(κ)αρώνω, τα / το + χάνω, τελειώνω, τελευτώ, την κάνω, τρεμοσβήνω, τρώω τα ψωμιά μου, υποκύπτω + στα τραύματά μου / στο μοιραίο, υφίσταμαι καταστροφή, φεύγω (από τη ζωή), φθείρομαι, φθίνω, φονεύομαι, χαραμίζομαι, χαροπαλεύω, ψοφάω / ψοφώ, ψυχομαχώ, ψυχορραγώ
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: