.
αρμόζω, αρμονίζω, βρίσκομαι σε συμφωνία, διατάσσω αρμονικά, είμαι + απροπό (à propos) / ασορτί / ευάρμοστος / κατάλληλος / πρόσφορος / ταιριαστός [κ.λπ.], εκπληρώ τις απαιτήσεις, εναρμονίζω, ενδεικνύομαι / ενδείκνυμαι, έρχομαι + κουτί / χυτό, ευθετώ, εφαρμόζω, έχω + κοινά ενδιαφέροντα / πολλά κοινά / το ίδιο γούστο / το αντίστοιχο σχήμα / τις ίδιες απόψεις / τις ίδιες συνήθειες [κ.ά.], θέτω εν αρμονία, ιδιάζω, καλοταιριάζω, καλύπτω τις απαιτήσεις, κάνω, κολλάω, μπαίνω, πάω (σα γάντι), πηγαίνω (σα γάντι), πληρώ τις απαιτήσεις, πρέπω, προσαρμόζομαι, προσήκω, προσιδιάζω, προσφέρομαι, συμβαδίζω, συμπίπτω, συμφωνώ, συνάδω, συναρμόζω, συνδέω, συνδυάζω (αρμονικά), συνεννοούμαι (καλά), συνταιριάζω, συνυπάρχω + αρμονικά / ευχάριστα, τα βρίσκω, χωράω, χωρώ
.
13/1/10
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου