25/3/10

συμβαδίζω

.
ακολουθώ κάποιον / ακολουθώ κάτι + στην ανάπτυξή του / στην εξέλιξή του [κ.ά], βαδίζω μαζί, βρίσκομαι + στο ίδιο σημείο / στο ίδιο ύψος, ισούμαι, συμπίπτω, συμπορεύομαι, συμφωνώ, συνοδεύω, συνοδοιπορώ, ταιριάζω
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: