30/11/09

υποχρεωτικός

.
αδήριτος, αναγκαίος, αναγκαστός, αναγκαστικός, ανάγκη να γίνει, αναπόδραστος, αναπόφευκτος, απαραίτητος, απαιτείται, από (ανειλλημένη) υποχρέωση, άφευκτος, είναι + ανάγκη να γίνει / απαραίτητο να γίνει, εκβιαστικός, εκ των ων ουκ άνευ, εξαναγκαστικός, εξυπηρετεί, εξυπηρετικός, εξ υποχρεώσεως, επιβάλλεται, επιβαλλόμενος, επιβεβλημένος, επιτακτικός, καταναγκαστικός, μαστ (must), περιοριστικός (της ελευθερίας), περιποιητικός, πρέπει να γίνει, προβλέπεται από + τον κανονισμό / το καταστατικό / το νόμο [κ.λπ.], προβλεπόμενος (από τον κανονισμό/το καταστατικό/το νόμο[κ.λπ.] / εκ του νόμου), προκαλεί ευγνωμοσύνη, στανικός, φιλοφρονητικός
.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

ειστε υπεροχη εταιρια ή οτι εισαστε εισαστε τελειει!!!!

I.T.A. είπε...

Αν εννοείτε τον γράφοντα το λεξικό, ένας ταπεινός ανθρωπάκος είμαι. Ευχαριστώ για το κολακευτικό σας σχόλιο και μακάρι να ξαναβρώ κάποια στιγμή τον απαιτούμενο χρόνο να συνεχίσω αυτό το εγχείρημα. ;)

Ανώνυμος είπε...

Είχα μία άσκηση συνωνύμων που δεν έβρισκα συνώνυμα και με σώσατε!