28/10/10

διαστέλλω

.
ανοίγω (ελαφρώς / λίγο), αντιδιαστέλλω, αντιπαραθέτω, αυξάνω + διαστάσεις / όγκο, διακρίνω, διανοίγω, διαχωρίζω, διευρύνω, διογκώνω, εξογκώνω, επιφέρω διαστολή, ημιανοίγω, μεγαλώνω, μεγεθύνω, μισανοίγω, ξελασκάρω, ξεχωρίζω, λασκάρω, χαλαρώνω
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: